Ξεκινώντας για το Temple είναι η αλήθεια πως δεν ήξερα ακριβώς τί να περιμένω από την πρώτη μου συνάντηση με τις δύο μπάντες (The Myrrors και The Bonnie Nettles). Και κάπως έτσι το άγνωστο έκανε την περιέργεια πιο έντονη και αυτήν ακολούθησαν οι αρκετές εκπλήξεις της βραδιάς. Η πρώτη ήταν η προσέλευση του κόσμου. Συνηθισμένος από την ψιλοαπουσία του από τις περισσότερες συναυλίες (εκτός των πολύ μπαμ ονομάτων πάντα) έμεινα “κάγκελο” με τη χτεσινή κοσμοσυρροή, για ένα όνομα που δε το λες και πρώτου μεγέθους και που δεν ερχόταν για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Ειδικά την ώρα που βγήκαν στη σκηνή οι The Myrrors το venue ήταν υπέρ-γεμάτο. Σίγουρα αυτό εντυπωσίασε και τους ίδιους (ο συμπαθέστατος μπασίστας έβγαζε φωτογραφίες το κοινό, κατά την έξοδο τους για το encore) και σίγουρα τους βοήθησε να ζεσταθούν γρήγορα. Μάλιστα, έχοντας στο μυαλό μου πληροφορία από το live του Βόλου ότι την περισσότερη ώρα ήταν εξαιρετικά νωχελικοί, είχα ένα μικρό φόβο. Αυτός διαψεύστηκε άμεσα αφού το live πήρε φωτιά από τα πρώτα δευτερόλεπτα, φωτιά που δεν έσβησε σε καμία στιγμή του -περίπου 2 ωρών- set. Και όταν σε κάποια σημεία ηρεμούσαν, ήξερες ότι θα είναι για λίγο και ότι η έκρηξη δε θα αργούσε να έρθει.
Νωρίτερα από τους The Myrrors δοκίμασα μια ακόμα έκπληξη. Ο τυφώνας που άκουγε στο όνομα The Bonnie Nettles μου πήρε τα μυαλά και ευτυχώς νομίζω πως δεν ήμουν ο τρελός του χωριού καθότι φάνηκε πώς όλοι όσοι είχαν έρθει νωρίς και τους πρόλαβαν, έμειναν με την ίδια εντύπωση. Μπροστά στα μάτια μας βρισκόταν ο Anton Newcombe με όλη την νεοψυχεδελική κουστωδία των Brian Jonestown Massacre, παρέα με το (καθοριστικό για τη -μουσική- ζωή πολλών εξ ημών) ντεμπούτο των Stone Roses, ενώ όσο έβλεπα τον frontman Dennis Lounges με τις παράξενες και λίγο “αλήτικες” κινήσεις του, σκεφτόμουν διαρκώς τον Bobby Gillespie και την acidιλα των Primal Scream έως τη Screamadelica εποχή τους. Στιβαρότατη μπάντα, εκπληκτικά δεμένοι μουσικοί με ηγέτη τον Ανέστη Νινέ, πίσω από τους δύο παλαβούς που βρίσκονταν πιο κοντά στο κοινό. Τον τραγουδιστή που προανέφερα (ο οποίος όταν δε τραγουδούσε ή δεν σμίλευε το κοκοράκι του, έδινε φοβερό ρυθμό με τα μικρά τύμπανα που είχε μπροστά του) και τον Βαγγέλη Καράμπελα, ως μια άλλη εκδοχή του Bez των Happy Mondays. Να μας ξεσηκώνει με το ντέφι, την κίνηση, το στυλ, με τα…όλα του. Όσοι ξέρουν πόσο σημαντικός ήταν ο Bez για τους H.M. μπορούν να αντιληφθούν και το ρόλο του Βαγγέλη. Ακούσαμε νέο-ψυχεδέλεια, ακούσαμε ανατολίτικους ρυθμούς (εκεί, λίγο πριν μπει το φοβερό Bonnie), ακούσαμε upbeat κομμάτια στο στυλ των Wooden Shjips, ακούσαμε και Madchester/'60s revival φάση, με το Loaded των Primal να έρχεται συχνά στο μυαλό μου. Αν θα έπρεπε να ξεχωρίσω ένα ακόμα κομμάτι, θα έλεγα αυτό που (μου είπαν πως) λεγόταν I Thought You Said No Flowers και φυσικά το When She’s Blue που αν θυμάμαι καλά άφησαν και σαν τελευταίο.
Πίσω στους The Myrrors πάλι. Ακόμα να συνέλθω από το σοκ. Τρομερή ένταση και από τους τέσσερεις μουσικούς (οκ, κακά τα ψέματα ο μπασίστας λογικό να ήταν λίγο πιο υποτονικός, τόσο που κάποια στιγμή έδωσε τη φωτογραφική του μηχανή σε φωτογράφο στο κοινό ζητώντας του μια φωτογραφία “με φλας παρακαλώ”, ίσως γιατί αισθανόταν λίγο “στην άκρη”) που δεν έλεγε να κοπάσει. Χαρακτηριστικό της drone/ψυχεδελικής μουσικής τους είναι αναμφισβήτητα το ηλεκτρικό βιολί του Miguel Urbina, και αυτό έγινε σαφές από τις πρώτες νότες του Hasta La Victoria, από το ομώνυμο περσινό άλμπουμ. Πέραν του ηχητικού αποτελέσματος, η εικόνα του και μόνο, άλλοτε να χορεύει με το βιολί και άλλοτε να μοιάζει σα να παλεύει να το δαμάσει, ήταν μεθυστική. Όπως είχε πει στη συνέντευξη που μας παραχώρησε ο σπουδαίος ντράμερ της μπάντας, Grant Beyschau (δείτε εδώ), η μουσική τους είναι “επαναλαμβανόμενη, κυκλική, μινιμαλιστική…” ή κάτι σαν και αυτό…! Στηρίζεται όντως πολύ στην επανάληψη ήχων, riffs, μελωδιών και συχνά κατά το live μου ερχόταν στο μυαλό ο Gira και τα διαολεμένα live των Swans. Στο μενού, την τιμητική τους είχε το άλμπουμ Arena Negra, 2015 με τα δύο εκπληκτικά The Forward Path και Juanito Laguna.
Ο κιθαρίστας Nick Rayne, όποτε χρειαζόταν, με τα φωνητικά του χρωμάτιζε τους ήχους του διαρκούς τζαμαρίσματος (αυτή την αίσθηση μου άφησε η συναυλία τουλάχιστον μέχρι το encore), άλλοτε με αλα-Woven Hand ινδιάνικες κραυγές και άλλοτε με επαναλαμβανόμενες φράσεις. Σε κάθε κομμάτι αισθανόμουν πως εμείς οι κάμποσοι τυχεροί δεχόμασταν κάλεσμα να συμμετέχουμε σε μια μεθυστική μυσταγωγία. Κάθε φορά μας έσπρωχναν όλο και πιο βαθειά στο μαγικό κόσμο της Sonoran Trance Music, όπως οι ίδιοι την έχουν χαρακτηρίσει. Στο encore τους, σχεδόν μιάμιση ώρα μετά την έναρξη του ταξιδιού, ήρθαν να μας ισοπεδώσουν, με τα δύο hit ας πούμε, Liberty In The Streets και Warpainting, για την αποθέωση. Πραγματικά, όπως είχαν υποσχεθεί στη συνέντευξη, μας τίναξαν τα μυαλά!
Όλα θα ήταν υπέροχα σε απόλυτο βαθμό, αν δε συνέβαιναν τα δυο κάτωθι που πλέον είναι ο κακός κανόνας στις συναυλίες στην Ελλάδα: τσιγάρο (μη γράφω τα ίδια, θα κουράσω) και πολύ πάρλα (μερικοί πάνε σε συναυλίες να λύσουν προβλήματα και να μάθουν νέα, όχι για να ακούσουν μουσική). Φυσικά αυτά είναι λεπτομέρειες που, τις αναφέρουμε μεν γιατί ΠΡΕΠΕΙ, αλλά που δε χάλασαν σε τίποτα την αίσθηση που άφησε η ωραία βραδιά και οι δύο πολύ ζόρικες μπάντες.
https://mail.slidingbackwards.com/index.php/synayliakes-istories/item/66-the-myrrors-the-bonnie-nettles-live-temple-26-1-2018#sigProId7dd7b28cb4
Φωτογραφίες / videos: v_era