Νωρίς-νωρίς βρεθήκαμε στον, πρωτόγνωρο για εμάς, χώρο του Baumstrasse που βρίσκεται σε ένα στενάκι του Βοτανικού. Ιδιαίτερο μέρος. Βερολινέζικης αισθητικής και ύφους, με μία μικρή πόρτα για είσοδο και σκάλες για τον πρώτο όροφο, όπου συναντούσες ένα άνετο και στυλάτο φουαγιέ. Ο κόσμος σιγά-σιγά μαζεύτηκε και κατά τις 22.15 ανεβήκαμε την στενή σιδερένια σκάλα για ακόμα ένα όροφο προκειμένου να βρεθούμε στον χώρο του live. Η αίθουσα αρκετά μεγάλη και η σκηνή πολύ άνετη, ικανή να χωρέσει αρκετούς μουσικούς. Μέσα σε πυκνό σκοτάδι και με τους θεατές να κάθονται στις 2 συστάδες θέσεων που σχημάτιζαν ένα "Γ" απέναντι από τη σκηνή, το πρώτο μέρος της συναυλίας (αυτό του Μυλωνάκη) ξεκίνησε.
Ο Μάνος καθισμένος σε ένα καταπληκτικό -κατά δήλωση του ιδίου- πιάνο με ουρά (μοντέλα, τύπους και τέτοια μη με ρωτάτε δε τα πολυξέρω, όμως ο ήχος του ήταν όντως κρυστάλλινος), η Ισλανδή (Björk Òskarsdòttir) βιολίστρια στο κέντρο της σκηνής με ελαφρύ φως να φωτίζει το βιολί και το καταπληκτικό παίξιμό της, και -στην άλλη άκρη- ο εξαιρετικός τσελίστας Μιχάλης Πορφύρης. Μία πολύ δεμένη μουσική παρέα που δημιούργησε ζεστή ατμόσφαιρα για τους -αρκετούς- παρευρισκόμενους μουσικόφιλους και απέδωσε στην εντέλεια τις επιλογές -από την αρκετά πλούσια δουλειά του Μάνου- που συνέθεσαν την set list.
Στην -ήπια- αρχή ακούσαμε κομμάτια από το soundtrack για το Festen (τη θεατρική μεταφορά του φιλμ του Thomas Vinterberg σε σκηνοθεσία Γιάννη Παρασκευόπουλου). Η μουσική του Μάνου στέλνει το μυαλό στα απόκρημνα βουνά, τις τραχιές πλαγιές, τους ορμητικούς καταρράκτες, τους παγετώνες και τις άγριες ακτές της Ισλανδίας. Και να μην ήξερες ότι έχει μεγάλη σύνδεση και αγάπη με το μαγικό αυτό νησί του βορρά, θα το καταλάβαινες από λίγες νότες οποιασδήποτε σύνθεσης του. Πόσο μάλλον αν άκουγες το E.P. Solfar (το οποίο μάλιστα ηχογραφήθηκε στην Ισλανδία). Το ακούσαμε ολόκληρο στο live και οι Sigur Ros, o Olafur Arnalds αλλά και ο συγχωρεμένος Jóhann Jóhannsson ήρθαν αμέσως στο μυαλό, ως προφανείς πηγές έμπνευσης και επιρροής. Προσωπικά στο μυαλό μου ήρθαν και εικόνες από την καταπληκτική σειρά Trapped/Ófærð και την φοβερή ταινία Rams/Hrútar (γυρισμένα στην Ισλανδία) που παρουσιάζουν τόσο την απόκοσμη ομορφιά -που κόβει την ανάσα- όσο και την άγρια μοναξιά που μπορεί να αισθανθεί κανείς εκεί. Έτσι και η μουσική του, άλλοτε με το δυναμισμό και το ρυθμό της δημιουργεί ευφορία και, στιγμές μετά, γίνεται αργή, μελαγχολική και σε στέλνει σε δρόμους απελπισίας, φόβου και εσωστρέφειας. Κατόπιν, είχαμε την ευκαιρία να ακούσουμε μεγάλο μέρος από τη μουσική που έγραψε ο καλλιτέχνης για το θεατρικό Zyklon του Θανάση Τριαρίδη. Μετά από συνολικά μια ώρα και κάτι και εν μέσω χειροκροτημάτων, ήρθε το τέλος του set του Μάνου και σύντομα οι πρωταγωνιστές θα άλλαζαν.
Γύρω στις δώδεκα παρά, στη σκηνή εμφανίστηκαν οι Modified Dog. Γενικός κουμανταδόρος ο Χρύσανθος Χριστοδούλου στα synths το σαξόφωνο αλλά και -σε κάποιες περιπτώσεις- στο πιάνο.
Δεν τους είχα ξαναδεί (ή ακούσει) και αυτό δημιουργεί πάντα ξεχωριστό ενδιαφέρον. Η μουσική τους πρόταση μου φάνηκε συναρπαστική. Και αυτό γιατί μέσα σε μιάμιση ώρα, με ταξίδεψαν σε ήχους πολλών και διαφορετικών μεταξύ τους ειδών, περασμένων πάντα από το φίλτρο που διαμορφώνει το δικό τους προσωπικό ύφος. Έτσι, με το που ξεκίνησε το live, με το metallic time έγινε αμέσως αντιληπτό ότι θα πέσει πολύ…πειραματίλα! Και αυτό δε το λες παρά ευχάριστο! Σε μια εποχή που έχουμε υπερκορεστεί σε stoner/heavy rock και άλλα αντίστοιχα ήδη, είναι καλό να ακούς μια μπάντα που άλλοτε γέρνει προς το acid jazz των Red Snapper και της Warp Records γενικότερα (όπως στο Drive και στο Now You Say ας πούμε), άλλοτε θυμίζει Tortoise με post rock αλλά στο πιο acid/electro (Antlers). Μετά, με το Ride πήγαμε μια βόλτα προς Cinematic Orchestra αλλά και Beak (είναι γεγονός ότι σε όλο το live είχα την αίσθηση ότι μια υφέρπουσα Portishead/Bristol μυρωδιά υπήρχε στην ατμόσφαιρα. Βέβαια, παράλληλα, λίγο αν τους άφηνες, θα προσγείωναν μπροστά σου τους Can, τους ΝEU! και το kraut rock- καλό συναπάντημα. Κορυφαία στιγμή του live -κατά τον γράφοντα πάντα- ήταν το “πιο γνήσιο και back to the roots post rock δε γίνεται” night dist. όπου το φάντασμα των Godspeed You! Black Emperor κυκλοφορούσε σίγουρα κάπου στο χώρο.
Μιλώντας για το χώρο να πούμε πως τα visuals της Κάλλιας Τριανταφύλλου (που επιμελήθηκε και το artwork στον τελευταίο τους δίσκο, Memories21) ήταν απόλυτα ταιριαστά με την ατμόσφαιρα της μπάντας και μου έκανε πολύ ευχάριστη εντύπωση το γεγονός ότι την περισσότερη ώρα “έπαιζαν” ταυτόχρονα πολλά videos σε διάφορα σημεία πίσω αλλά και στο πλάι της σκηνής. Λίγο πριν το τέλος, ο Μιχάλης Πορφύρης και το τσέλο του επέστρεψαν στη σκηνή για να ακούσουμε το Dog Teeth.
Παρ’όλο που τα visuals ήταν άκρως προσεγμένα, ενδιαφέροντα και ταιριαστά, το στήσιμο στο πίσω μέρος της σκηνής σε συνδυασμό με κάποια εναπομείναντα περιττά έπιπλα από το προηγούμενο set που στην ουσία έκρυβαν τους μουσικούς (εξαίρεση ο Δημήτρης Δαλέζης στα κρουστά και την τρομπέτα που ήταν σχετικά κοντά στον κόσμο), δεν βοήθησαν στο να ολοκληρωθεί η εικόνα. Μια καρέκλα ξεχάστηκε και κάλυπτε τον -καθιστό- Κλέωνα Αντωνίου στην κιθάρα, ο Δημήτρης Τασούδης στα τύμπανα ήταν κρυμμένος στο βάθος και όλη η μπάντα είχε μεγάλη απόσταση από το κοινό (σα να παρακολουθείς ποδόσφαιρο στο ΟΑΚΑ ένα πράγμα). Αυτό πιστεύω πως αφαίρεσε μέρος της δύναμης των οπτικών εφέ και της συνολικής ατμόσφαιρας που θέλησε να δημιουργήσει η μπάντα. Μία μικρή παρατήρηση που σε καμιά περίπτωση δε χάλασε τη συνολικά άψογη εντύπωση που μου άφησαν.
Ξέφυγε σε μέγεθος το κείμενο, αλλά χαλάλι, το άξιζε η βραδιά! Αυτό σκεφτόμουν όταν σήκωνα το σεντόνι του κρεβατιού μου, τις πρώτες πρωινές ώρες της Κυριακής. Όπως και ότι ελπίζω σύντομα να ξαναδώ Μυλωνάκη και Modified Dog!
https://mail.slidingbackwards.com/synayliakes-istories/item/29-modified-dog-manos-milonakis-live-baumstrasse-21-4-2018#sigProId85889b5b20
Photos/videos: v_era