Steven Wilson live @ Badminton Theater 2016 Steven Wilson live @ Badminton Theater 2016 v_era

Steven Wilson LIVE @ Badminton Theater, Αθήνα, 5/5/2016

Πέμπτη, 01 Ιουνίου 2017 21:21
Γράφτηκε από:
Να μην ξεχάσω: Δεν ξαναπάω σε rock συναυλία που οι μόνοι που επιτρέπεται να κουνηθούν, είναι αυτοί στη σκηνή!

Η εμφάνιση του Steven Wilson και της μπάντας του την Πέμπτη 5/5/2016 στο Badminton Theater, επιβεβαίωσε για ακόμα μια φορά σε όσους τον παρακολούθησαν, ότι πρόκειται για τον πραγματικό κυρίαρχο του progressive rock χώρου αλλά και έναν εκπληκτικά τελειομανή καλλιτέχνη. Το οπτικοακουστικό θέαμα ήταν άκρως εντυπωσιακό, απόλυτα επαγγελματικό, στην ουσία καθηλωτικό (μεταφορικά και κυριολεκτικά δυστυχώς όπως θα εξηγήσω παρακάτω). Για τα 6 χρόνια απουσίας του από ένα ελληνικό κοινό που τον αγαπάει τόσο πολύ, η ανταμοιβή ήταν μια πλούσια 3ώρη παράσταση, που αν και χάρισε πολλές απίστευτα όμορφες στιγμές, είχε κατά τη γνώμη μου και κάμποσα αρνητικά, ή πιο σωστά «θεματάκια για γκρίνια»…

Η παράσταση ξεκίνησε στην ώρα της με την προβολή ενός δεκάλεπτου βίντεο, ακριβώς όπως προβλεπόταν από το πρόγραμμα. Κόσμος βέβαια συνέχιζε να έρχεται και έτσι όταν οι μουσικοί άρχισαν να βγαίνουν για να πάρουν τις θέσεις τους στη σκηνή, το Badminton Theater ήταν αρκούντως γεμάτο (ελάχιστες θέσεις κενές κυρίως στα πλάγια των διαζωμάτων) για να υποδεχθεί τον Wilson ακριβώς όπως έπρεπε: Mε ενθουσιασμό και ζητωκραυγές!

Μετά την εισαγωγή μας χαιρέτησε, μας ζήτησε συγνώμη για την πολύχρονη απουσία του - λόγω της οικονομικής κρίσης που βρίσκεται η χώρα μας όπως έσπευσε να δικαιολογήσει - και αναφέρθηκε στο πρόγραμμα που θα ακολουθήσει. Στο πρώτο κομμάτι θα ακούγαμε όλο το Hand Cannot Erase (δίσκο της χρονιάς 2016 πιθανότατα), ενώ μετά το διάλειμμα θα ακούγαμε διάφορα κομμάτια από παλαιότερες ηχογραφήσεις. Την περσινή δισκάρα θα την απολαμβάναμε επιτέλους ζωντανά, ενώ η παρουσία των τεσσάρων καταπληκτικών μουσικών έκανε σίγουρα πιο έντονη την ανυπομονησία. Μιλάμε για τον jazz μουσικό Adam Holtzman στα πλήκτρα, τον βιρτουόζο κιθαρίστα Dave Kilminster, γνωστό και από την παρουσία του στην μπάντα του Roger Waters, τον Craig Blundell στα τύμπανα και τον Nick Beggs (πρώην Kajagoogoo) που εντυπωσίασε με το εκπληκτικό παίξιμό του στο Chapman Stick (ή απλώς The Stick, ένα σχετικά άγνωστο όργανο-στην ευρύτερη οικογένεια της κιθάρας, που χρησιμοποιείται για ιδιαίτερης χροιάς μπασογραμμές ή μελωδίες).

Ξεκίνημα με το First Regret και τον κόσμο να τον αποθεώνει από τις πρώτες νότες. Ο ιδανικός φωτισμός της σκηνής, ο σχεδόν άψογος ήχος αλλά και τα εκπληκτικά βίντεο, βοήθησαν να αποδοθεί το άλμπουμ στην εντέλεια και με όλη την μεγαλοπρέπεια που του αρμόζει. Το δε βίντεο που συνόδευε το Routine είναι ένα εκπληκτικό έργο τέχνης.

Στο δεύτερο μέρος ο πραγματικά αγέραστος Steven (δείχνει αδιανόητα νέος και ενεργητικός πάνω στη σκηνή, ενώ πλησιάζει τα πενήντα χρόνια ζωής) έκανε ένα πέρασμα στη καριέρα του, ξεκινώντας με το Dark Matter (από το Signify των Porcupine Tree του 1996) που ζέστανε για τα καλά το κοινό που είναι σαφές ότι πάντα θα διψά για Porcupine Tree. Μετά το Harmony Korine (Insurgentes-2008), ο Wilson έκανε αναφορά στο πρόσφατο άλμπουμ του 4 ½. Μας είπε πως αποτελείται από κομμάτια που αγαπούσε πολύ αλλά δε χωρούσαν στην ιστορία που ήθελε να πει κάθε φορά σε ένα άλμπουμ. Έτσι τα έβαλε όλα σε αυτό. Από εκεί μας έπαιξε το My Book Of Regrets σε μια όμορφη εκτέλεση.

Steven Wilson BAdminton Theater 2016 02

Το Index από το φοβερό Grace For Drowning του 2011 ήταν σίγουρα μια από τις πλέον δυνατές στιγμές της βραδιάς, όμως η δυνατότερη ήρθε με την μεγάλη αναφορά που έκανε στον David Bowie. Έπαιξε το Lazarus, σχολιάζοντας πως και ο Bowie είχε στον τελευταίο του δίσκο τραγούδι με ίδιο τίτλο και αφιερώνοντας το στον τεράστιο αυτό καλλιτέχνη, με τον κόσμο φυσικά να αποθεώνει και να τραγουδά μαζί του. Από τις πλέον συγκινητικές στιγμές της βραδιάς με το μυαλό όλων να είναι φυσικά καρφωμένο στον Bowie και την ανεκτίμητη προσφορά του στη μουσική και τον πολιτισμό γενικότερα.

Δεύτερο κομμάτι από Porcupine Tree με το μάλλον μη αναμενόμενο σαν επιλογή Don’t Hate Me (από το Stupid Dream του 1999) του οποίου η εκτέλεση (για το 4 ½ στα φωνητικά ο Wilson συνοδεύεται από την Ninet Tayeb η οποία δυστυχώς δε μπορούσε να είναι μαζί μας) ήταν εξαιρετική ενώ συνοδευόταν από ταιριαστό «μελαγχολικό» βίντεο. Λίγο πριν το τέλος, μια κουρτίνα πέφτει, οι video προβολές γίνονται πάνω σε αυτήν αφήνοντας τους μουσικούς να..αχνοφαίνονται. Μέσα σε αυτό το ωραίο σκηνικό η μπάντα μας ανατίναξε το μυαλό με το Vermillioncore (από το 4 1/2 και αυτό) ενώ το τέλος ήρθε με το Sleep Together (Fear Of A Blank Planet, 2007) με την μπάντα να αποχωρεί μέσα σε δυνατό χειροκρότημα.

Τέλος, υπό της επευφημίες του κοινού που πλέον επιτέλους σηκώθηκε από τις καρέκλες και δεν υπήρχε περίπτωση να ξανακάτσει, η μπάντα ξαναβγήκε για 3 κομμάτια. Το πρώτο ήταν η συνέχεια στο αφιέρωμα του Wilson στους δυο ήρωες του, με τον Prince να παίρνει σειρά. Αφού με πολύ ωραίο και δεικτικό τρόπο ανέφερε ότι «υπάρχουν και άλλα τραγούδια του Prince εκτός από το Purple Rain» μας προσέφερε μια καταπληκτική εκτέλεση του Sign ’O’ The Times. “Άλλαξαν τα φώτα” στο κομμάτι, αλλά το έκαναν με σεβασμό στον Prince και την κληρονομία που άφησε, που αδιαμφισβήτητα είναι σπουδαία. Και πάλι δικαιολογημένα γνώρισαν την αποθέωση.

Ακολούθησε η μεγάλη Porcupine Tree στιγμή του The Sound Οf Muzak ενώ θέλησε να μας αποχαιρετήσει με θλίψη όπως είπε ο ίδιος και συγκεκριμένα με το ομορφότερο τραγούδι που θεωρεί πως έχει γράψει ποτέ, συνάμα όμως και το πιο λυπημένο. Κάνεις μας φυσικά δεν παραπονέθηκε για αυτή του την επιλογή: The Raven That Refused to Sing από το ομώνυμο μεγαλοφυές άλμπουμ, με ένα επίσης εκπληκτικό βίντεο να το συνοδεύει και απόλυτη σιγή! Στο τέλος του κομματιού το κοινό ξέσπασε σε παρατεταμένο χειροκρότημα θέλοντας να ανανεώσει το ραντεβού με τον Steven και τη μπάντα του.

Επειδή μου αρέσει να γράφω χωρίς περιορισμούς και να βλέπω και πιθανά αρνητικά, ακόμα και αν είμαι οπαδός μιας μπάντας, παρακάτω θα παραθέσω μερικές σκέψεις, έως και παράπονα προς τον Steven.

Ας ξεκινήσουμε με το πιο βασικό που είναι η καθήλωση που αναφέραμε στην αρχή, το γεγονός ότι έπρεπε δηλαδή να παρακολουθήσουμε τη συναυλία καθιστοί. Δεν είναι δυνατόν να μας λέει ότι… δεν είναι κάτι το οποίο αυτός επιθυμούσε και ότι καταλαβαίνει ότι είναι ροκ συναυλία και δεν είμαστε σε συναυλία Eric Clapton, όταν είναι φανερό ότι έτσι είναι στημένες όλες οι συγκεκριμένες παραστάσεις που δίνει. Τουλάχιστον αυτό μπορώ να καταλάβω από το υλικό που κυκλοφορεί στο διαδίκτυο για το συγκεκριμένο tour. Δεν αντιλαμβάνομαι δηλαδή γιατί να απολογείται για κάτι που στην ουσία γίνεται όπως ο ίδιος το ορίζει.

Θεώρησε ότι το κοινό ήταν αρκετά soft και μάλιστα κάποια στιγμή είπε: «μπορώ να ακούσω τα βήματα μου από την ησυχία», ταυτόχρονα όμως είπε ότι «...καταλαβαίνω.. είναι το καθιστό...» που δε μας αφήνει να εκφραστούμε. Προς τι λοιπόν η δυσανασχέτηση; Θα πρέπει επίσης να αποφασίσει αν είναι θέαμα / παράσταση αυτό που βλέπουμε ή αν είναι συναυλία και αναλόγως να έχει αντίστοιχες απαιτήσεις από το κοινό. Αν θέλετε την άποψη μου, ήταν μια καταπληκτική, θεσπέσια και ονειρική παράσταση. Συναυλία απλή δεν ήταν! Δε μπορούσε να είναι. Και εδώ είναι η απάντηση στο γιατί το κοινό δεν ανταποκρινόταν όσο θα ήθελε.

Ένα ακόμα μικρό παράπονο που έχω είναι ότι ακριβώς επειδή δεν ήταν συναυλία και ο κόσμος που παρακολουθούσε καθιστός δε μπορούσε να συμμετέχει όσο σε μια νορμάλ συναυλία, θα έπρεπε κατά την άποψη μου να έχει συμπεριλάβει μερικά ελαφρώς πιο “catchy κομμάτια» από την Porcupine Tree περίοδο, για να ζεστάνει λίγο περισσότερο το κοινό. Βεβαία αν κρίνω από την πολλών λεπτών εισαγωγή που μας έκανε στο The Sound Οf Muzak σχεδόν απολογούμενος που έχει γράψει “catchy” ρεφραίν, καταλαβαίνω ότι κάποιο θέμα υπάρχει με αυτό. Πάντως είναι θετικό ότι τα κομμάτια από την Porcupine Tree περίοδο που επέλεξε να παίξει ήταν μπόλικα και ας έλειπε το συναίσθημα που έβγαζε εκείνη η μπάντα επί σκηνής.

Ένα ακόμα προβληματάκι στη ροή της συναυλίας είναι ότι μεταξύ των κομματιών μιλούσε πάρα πολύ με αποτέλεσμα η ήδη εύκολη να χαθεί-λόγω της καθήλωσης- προσοχή του κοινού να γίνεται ακόμα πιο ευάλωτη. Ήμουν σχετικά μπροστά και το παρατηρούσα, δε θέλω καν να φανταστώ τι επίδραση μπορεί να είχε αυτό στα πιο πίσω καθίσματα.

Και τέλος μια άλλου τύπου παρατήρηση. Στην αναφορά του στους Bowie και Prince (χίλια μπράβο για αυτές τις αναφορές που ήταν από τις κορυφαίες στιγμές της βραδιάς) είπε πως και οι δυο ήταν καλλιτέχνες που κοίταζαν συνεχώς μπροστά, άλλαζαν συνέχεια και δεν επαναπαύονταν σε ένα στυλ, ακόμα και αν αυτό τους έχει προσφέρει μεγάλη επιτυχία. Όλα καλά μέχρι εδώ, μέχρι το σημείο δηλαδή που ανέφερε ότι έτσι κάνει και ο ίδιος. Να με συγχωρέσεις αγαπημένε Steven, αλλά αυτό θα ήταν καλύτερα να αφήσεις να το κρίνει ο κόσμος. Οτιδήποτε άλλο, ακούγεται εγωκεντρικό και υπερφίαλο ειδικά όταν στην αρχή της πρότασης υπάρχουν τα ονόματα του Bowie και του Prince. Δε χρειάζονται συγκρίσεις ούτε καν υπόνοια συγκρίσεων. Άσε τον κόσμο αν θέλει να τις κάνει.

Τα ανωτέρω στοιχειοθετούν, κατά την ταπεινή άποψή μου, το γιατί η συγκεκριμένη παράσταση (και όχι συναυλία) δεν ήταν «A Night To Remember” παρ’όλη την αρτιότατη μουσική απόδοση του συνόλου των καλλιτεχνών και το εξαίσιο οπτικοακουστικό θέαμα (ήχος, βίντεο, φώτα). Ανυπομονώ να τον ξαναδώ σε κανονική συναυλιακή ατμόσφαιρα, να με μαγέψει για άλλη μια φορά όπως μόνο αυτός μπορεί, αλλά και να μαγευτεί και ο ίδιος από το ζωντανότατο -ιδιαίτερα απέναντι του- ελληνικό κοινό. Η προσέλευση της Πέμπτης πιστεύω πως θα τον ξαναφέρει σύντομα στα μέρη μας.

Φωτογραφίες : v_era (υπήρξε αυστηρή απαγορευτική πολιτική σχετικά με τη φωτογράφιση κατά τη διαρκεια του live)

Το κείμενο πρωτοδημοσιεύθηκε στο soundgaze.gr