Η αδημονία για το live των Moderat ήταν πολύ μεγάλη. Τα όσα έχουν ακουστεί για αυτούς και τις ζωντανές τους εμφανίσεις σίγουρα μου είχαν εξάψει τη φαντασία. Παράλληλα το γεγονός ότι είχαμε αλλαγή στο χώρο διεξαγωγής (από το αγαπημένο Fuzz στο πιο μεγάλο και επιβλητικό Gazi Music Hall) λόγω sold out, με προϊδέαζε για μεγάλη προσέλευση, κάτι που είναι θετικό για καλλιτέχνες και θεατές. Το τρίο από το Βερολίνο, σε αυτά τα 14 χρόνια καριέρας φαίνεται πως έχει δημιουργήσει δυνατή fan base, προφανώς και στη χώρα μας. Εισαγωγικά όμως να αναφέρουμε ότι το electronica/techno σχήμα των Moderat αποτελούν το project των Modeselektor (Gernot Gronsert, Sebastian Szary) και Apparat (Sascha Ring), δύο εκ των σημαντικότερων ονομάτων της σκηνής του Bερολίνου την τελευταία δεκαπενταετία. Οι βασικές τους κυκλοφορίες είναι τρεις, με τελευταίο άλμπουμ το φετινό Moderat III.
Φτάνοντας νωρίς στο χώρο του Gazi Music Hall, ήδη αρκετός κόσμος υπήρχε, τόσο έξω από το venue, όσο και στα ενδότερα. Μετά από μια πρώτη μπύρα και λίγο χάζι με την πολύ ευχάριστη συνοδεία DJ set του Pene (από τους Professional Crap Dancers), έφτασε η στιγμή που περιμέναμε, με ικανοποιητικότατη τήρηση της ώρας εμφάνισης. Πριν την έναρξη, μας προειδοποίησαν μέσω μηνύματος στο video wall, oτι πρόκειται να παρακολουθήσουμε ένα σκοτεινό show (άρα όχι flash σε κινητά και κάμερες, θάλασσες και ακτές), έτσι, με το που έσβησαν τα φώτα, οι φωνές του κοινού συντάραξαν το χώρο. Η εμφάνιση των τριών στη σκηνή έγινε εν μέσω αποθέωσης, γεγονός που ζέστανε από νωρίς τους μουσικούς. Χωρίς να χάσουν χρόνο, πήραν τη θέση τους στη σκηνή και το ταξίδι στον electro, techno, μελωδικό και συναισθηματικό κόσμο τους, ξεκίνησε. Πρώτη επαφή με αυτόν, μέσω του μελωδικότατου, Massive Attack ύφους, σκοτεινού Ghostmother, με τη φωνή του Sascha Ring να ξεχωρίζει. Στη συνέχεια η ένταση άρχισε να ανεβαίνει με το ταξιδιάρικο New Error, εναρκτήριο κομμάτι του πρώτου τους δίσκου. Πρόκειται για ένα από τα πιο γνωστά κομμάτια τους, που μαζί με το δεύτερο single από το νέο άλμπουμ, Running, απογείωσαν οριστικά το κοινό. Για να μας εκτοξεύσουν, χωρίς διακοπή, πέρασαν στο Abandon Window (remix τους στο κομμάτι του Jon Hopkins). Εδώ, είχαμε και το πρώτο έντονο ρυθμικό χειροκρότημα από το κοινό.
Καθ’όλη τη διάρκεια της συναυλίας το video wall οργίαζε, καθώς συνεχώς βλέπαμε σχήματα να εναλλάσσονται, χρώματα, cartoons και comics, λέξεις και στίχους. Όλα αυτά φυσικά με τη συνοδεία laser που άλλοτε τους «φυλάκιζε» μέσα στη σκηνή με τεμνόμενους σχηματισμούς και άλλοτε αυξομείωνε το φωτισμό τους ανάλογα με το τραγούδι.
Παράλληλα, και οι τρεις (περισσότερο ο Ring), άφηναν τη θέση τους πίσω από laptop και synths και πλησίαζαν προς το κοινό για να του ζητήσουν να δώσει το ρυθμό, να το ξεσηκώσουν, ξανά και ξανά.
Με το τρίτο single από το νέο άλμπουμ (που φυσιολογικά είχε τη μερίδα του λέοντος στο set), Eating Hooks, έριξαν και πάλι το ρυθμό. Στο video wall οι στίχοι “Meditation, medication, I'm eating the hooks that tear me” έκαναν την ατμόσφαιρα ακόμα πιο downtempo και σκοτεινή. Επιστροφή στον πρώτο δίσκο με το επίσης μελαγχολικό, και με ελαφρώς groovy αίσθηση (στο στυλ των Thievery ίσως), Rusty Nails.
Η πρώτη και χαρακτηριστικότατη νότα του ambient ύφους- που θα έλεγα πως προσομοιάζει στους μετά Kid A Radiohead- Reminder (πρώτο single του νέου άλμπουμ), επαναλήφθηκε πολλές φορές πριν ξεκινήσει το κομμάτι, με το κοινό να δείχνει αμέσως τα αντανακλαστικά του, επευφημώντας και ανυπομονώντας. Κατόπιν περάσαμε στο instrumental και breakbeat ρυθμού Animal Trails κατά το οποίο την παράσταση έκλεψαν όσα διαδραματίζονταν στο video wall.
Ακολούθως, είχαμε το μπαλαντοειδές Last Time, με χαλαρό beatακι να το συνοδεύει και πέσαμε με φόρα πάνω στην ωραιότερη στιγμή της βραδιάς. Αυτή ήταν (για εμένα, το τονίζω αυτό), το Les Grandes Marches. Ξύπνησε ο …ροκάς μέσα μου και η post rock μελωδία στην κιθάρα (ναι βέβαια, είχαμε και κιθάρα στη σκηνή που συχνά-πυκνά βρισκόταν στα χέρια του Ring) συνοδευόμενη από το ελαφρύ έως…όχι ελαφρύ beat, με έστειλε. Ήδη αναζητώ να αγοράσω το πρώτο τους άλμπουμ που, προφανέστατα κακώς, δεν έχω. Χωρίς ενδιάμεση διακοπή (και ανάσα) μας περνούν στο τελευταίο κομμάτι του κυρίως set, το ξεσηκωτικό Nr.22 αφήνοντας μας με μια εξαιρετική δυάδα κομματιών από τον πρώτο τους δίσκο.
Η μπάντα αποχώρησε με το κοινό να παραληρεί. Σε εκείνη τη φάση στράφηκα προς τον εξώστη και σκέφτηκα πως η κερκιδωτής μορφής κατασκευή του, τον κάνει ιδιαίτερα εντυπωσιακό για τους καλλιτέχνες στη σκηνή. Σίγουρα μιλάμε για τον καλύτερο εξώστη συναυλιακού χώρου στην Αθήνα (δε θα έλεγα το ίδιο και για το σημείο του ισογείου που βρίσκεται κάτω από τον εξώστη, εκεί νομίζω πως υπάρχει θεματάκι στον ήχο λόγω χαμηλού ύψους). Σε ένα τέτοιο σκηνικό, χώρου και κόσμου βοηθούντος, πώς να μη βγεις για encore;
Αυτό έγινε με το, μεγάλης διάρκειας Milk, που στην ουσία ο Bronsert είχε ξεκινήσει να «παίζει» πριν βγουν οι άλλοι δυο. Δεύτερο σερί κομμάτι από το δεύτερο άλμπουμ τους, το-μέτριο για τον γράφοντα, παρά τη δημοφιλία του-Bad Kingdom. Συνέχεια με το σχετικά χαλαρό The Fool ενώ σαν «χαριστική βολή» έπαιξαν και το εκπληκτικό The Intruder. Μας ασπάστηκαν και μας αποχαιρέτησαν, αλλά λογάριαζαν χωρίς το κοινό που είχε το ρόλο του ξενοδόχου, που ζητούσε μετ’ επιτάσεως δεύτερο encore το οποίο έγινε δεκτό με παρατεταμένα ρυθμικά χειροκροτήματα. Αυτό δεν ήταν άλλο από το Version σε μια ιδιαίτερα δυναμική εκτέλεση. Κάπου εδώ η-κάθε άλλο παρά σεμνή-τελετή έλαβε οριστικό τέλος.
Μια τελευταία παρατήρηση για τους Moderat. Είναι κάτι που συνειδητοποίησα στο live αλλά και ώρες μετά όταν ακόμα η ένταση ο ρυθμός και τα έντονα συναισθήματα από όσα είχαμε νωρίτερα ζήσει, «χόρευαν» ακόμα το σώμα και το μυαλό μου. Στην πραγματικότητα, το τρίο των Moderat στηρίζει τις συνθέσεις του στην pop μουσική, ακόμα και την κακώς εννοούμενη εκδοχή αυτής. Αισθάνθηκα μια αμηχανία με τη σκέψη, καθότι οι μουσικές φόρμες που χρησιμοποιούν ως βάση είναι απλοϊκές. Τις συνδυάζουν όμως με στοιχεία από IDM, minimal techno, electronica έως big beat και house και δημιουργούν ένα καταπληκτικό μείγμα που είναι στην πράξη πολύ δύσκολο να σε αφήσει αδιάφορο. Έχοντας αυτά στο νου, θεωρώ ότι ζήσαμε ένα φοβερό οπτικοακουστικό show (ειδικά τα οπτικά εφέ ήταν εκπληκτικά), περάσαμε καλά και γενικώς ήταν μια πολύ δυνατή εμπειρία. Απ’ότι φάνηκε, και οι ίδιοι το καταευχαριστήθηκαν. Πολλά συγχαρητήρια και στη διοργάνωση που ήταν άψογη, αν και νομίζω ότι ο κρίνοντας από την απίστευτη προσέλευση ίσως να χρειαζόταν μεγαλύτερο venue, ώστε όλοι να βλέπουν καλά. Το live των Moderat είναι κάτι που όσοι βρεθήκαμε δε θα ξεχάσουμε εύκολα. Και ευτυχώς το έζησε πολύς κόσμος, οι περισσότεροι εκ των οποίων νομίζω πως επέζησαν -της έντασης, του χορού αλλά και των πολλών συναισθηματικών στιγμών- για να το διηγηθούν…
https://mail.slidingbackwards.com/synayliakes-istories/item/44-moderat-live-gazi-music-hall-12-11-2016#sigProId015392384c
Υ.Γ. Μετά την αποχώρηση μου, ως “γνήσιο” παιδί των 90’s, είχα διαρκώς στο μυαλό μου πέντε ονόματα. Orbital, Underworld, Aphex Twin, The Chemical Brothers, Autechre. Στο αρκετά πιο pop βέβαια, παρολαυτά οι Moderat νομίζω πως είναι άξια τέκνα τους.
Φωτογραφίες/video : v_era
To κείμενο πρωτοδημοσιεύθηκε στο soundgaze.gr