William Orbit - Strange Cargo Hinterland (Warner Music, 1995) v_era

William Orbit - Strange Cargo Hinterland (Warner Music, 1995)

O μουσικός παραγωγός και dj που μεταμόρφωσε μέχρι και τη Madonna, στον καλύτερο δίσκο της καριέρας του

Το έργο του μουσικού παραγωγού και συνθέτη William Orbit ήταν πάντα φρέσκο, καινοτόμο και επιδραστικό. Ακόμα και οι τελευταίες του δουλειές είναι μοντέρνες και ρηξικέλευθες κάτι που μοιάζει παράδοξο μιας και το 2015, συμπλήρωσε το πεντηκοστό ένατο έτος ηλικίας του και πλέον βαδίζει στο εξηκοστό. Η μουσική που υπηρετεί (ambient-downtempo-electronica) έχει αυτή την παράξενη τύχη να “ακούγεται” παντού, αλλά στην ουσία λίγοι πραγματικά τελικά την προσέχουν. Τις μουσικές του Orbit λοιπόν, υπάρχει πιθανότητα να τις πετύχεις οπουδήποτε. Από την Οία, αγναντεύοντας το ηλιοβασίλεμα μέχρι και σε ασανσέρ ξενοδοχείου ή στο super market. Κομμάτι του εχει χρησιμοποιηθεί μέχρι και για μουσική έναρξης… τηλεοπτικού δελτίου καιρού.

Ο γεννηθείς σε προάστιο του Λονδίνου μουσικός, βρίσκεται στο προσκήνιο από το 1984. Αρχικά η παρουσία του γίνεται αισθητή μέσω μιας μπάντας, των Torch Song, ενώ σχεδόν ταυτόχρονα με τους Bassomatic κυκλοφορεί 2 άλμπουμ (το 1990 και 1991). Από το 1995 και μετά, στην ουσία λειτουργεί αυτόνομα και κάνει παραγωγές και remix σε κάθε λογής καλλιτέχνη, με προεξέχοντες τους Depeche Mode, τους Human League και τους Cure. Η μικρή σχετικά αναγνώριση στο έργο του έπαψε να υφίσταται όταν έγινε παραγωγός σε ένα από τα πιο σοβαρά και ενδιαφέροντα άλμπουμ της Madonna, το Ray Of Light του 1998. Η διάθεση της κυρίας Τσικόνε να κινηθεί σε πιο ώριμα μουσικά μονοπάτια, την έστειλε πάνω στα μαγικά χέρια του Βρετανού παραγωγού. Η συνεργασία απογείωσε το άλμπουμ, βάζοντάς το μάλιστα στις μεγαλύτερες εμπορικές επιτυχίες των 90’s αλλά εκτόξευσε και την καριέρα του Οrbit. Η συνεργασία αυτή μάλιστα πασπάλισε με χρυσόσκονη και τις παλαιότερες δουλειές του.

Το Hinterland δημιουργήθηκε το 1995 αποτελώντας ουσιαστικά το τέταρτο και τελευταίο μέρος της σειράς Strange Cargo που ξεκίνησε να κυκλοφορεί ο Orbit το 1990 (με τα υπόλοιπα δυο να κυκλοφορούν το 1991 και το 1993). Πρόκειται για τον πέμπτο έως τότε προσωπικό του δίσκο, με κοινό χαρακτηριστικό όλων, την ευφυέστατη μίξη ηλεκτρονικών και ακουστικών οργάνων. Μπορώ να πω ότι, αν όχι πρωτοπόρος, είναι σίγουρα ένας από αυτούς τους λίγους που κατάφεραν αυτό το συνδυασμό ήχων με τόσο μεγάλη επιτυχία.

Το S.C.H. σε σχέση με τα υπόλοιπα της σειράς Strange Cargo ξεχωρίζει γιατί όλες οι συνθέσεις του είναι υψηλότατου επιπέδου συλλήψεις. Παράλληλα όμως, η ποιότητα τους αναδεικνύεται από το γεγονός ότι τα κομμάτια είναι κατά την άποψη μου πιο σωστά τοποθετημένα σε σχέση με τα προηγούμενα άλμπουμ, με το δίσκο πραγματικά να ρέει πολύ άνετα. Θεωρώ επίσης όχι τυχαία την επιλογή του να μη το ονομάσει απλά S.C4 αλλά να χρησιμοποιήσει μια άλλη λέξη (το Hinterland) ώστε να αποστασιοποιηθεί λίγο από τη σειρά αυτή, έτσι ώστε ο ακροατής να μη ξέρει από πριν τι-περίπου- θα ακούσει.

Το άλμπουμ ανήκει σε αυτή την κατηγορία μουσικών έργων που κατά την ακρόαση δεν αισθάνεσαι την ανάγκη να προσπεράσεις κάποιο κομμάτι. Το tempo δε μένει σταθερό και η διαδρομή ambient-techno-electronica γίνεται συχνά και με ιδιαίτερη απλότητα και ευκολία. Μπορεί παράλληλα με ιδιαίτερη μαεστρία να εντάσσει στα ανωτέρω είδη, ακουστικές (μέχρι και φλαμένκο) κιθάρες ή και ηλεκτρικές με δυνατά rock riffs, κάνοντας έτσι κάθε σύνθεση ενδιαφέρουσα και περιπετειώδη. Το άλμπουμ ξεχωρίζει και λόγω των συνεργασιών με καταπληκτικές γυναικείες φωνές - σχεδόν σε όλα τα κομμάτια- με προεξέχουσα την κυρία Beth Orton. Τα φωνητικά στο «δικό της» She Cries Your Name - που μεταμορφώθηκε από τον Οrbit σε ένα funky, ambient διαμαντάκι- είναι καταπληκτικά. Το ίδιο ισχύει και για το εναρκτήριο Million Town, ένα από τα πιο ambient κομμάτια του δίσκου με κυριολεκτικά μεθυστικό πιάνο. Επίσης, στο γλυκύτατο The Name Of The Wave, τα φωνητικά είναι της Christine Leach, ενώ στο Kiss The Bee, Orton και Leach τα συνυπογράφουν. H jazz /soul τραγουδίστρια Sharon Musgrave είναι η φωνή στο ambient ύφους Lost In Blue. Η συγκεκριμένη ήταν και μέλος του συγκροτήματος του Orbit που αναφέραμε παραπάνω (Bassomatic) με την οποία όμως είχε συνεργαστεί ξανά στο παρελθόν, μετά τη διάλυση της μπάντας. Μαζί με την Orton θα έλεγα πως είναι οι μούσες του.

Κορυφαίο κομμάτι στο δίσκο (ο οποίος έχει κυκλοφορήσει από την δική του εταιρεία, την N-Gram Recordings υπό την σκέπη της Warner) θεωρώ πως είναι το ήπιο El Ninjo, ρυθμικό και μελωδικό, με πολλές ενδιαφέρουσες εναλλαγές.

Θυμηθείτε το  εδώ

Εξαιρετικό και το Montok Point με το ρυθμό και το κιθαριστικό κομμάτι κοντά στο big beat των Chemical Brothers. Σαγηνευτικό, μυστηριώδες και με θεσπέσια μελωδία σε πιάνο, το Hinterland. Κάθε κομμάτι του άλμπουμ θέλει να σου πει μια διαφορετική ιστορία, έχει ένα «παράξενο φορτίο» ακριβώς όπως μας λέει και ο τίτλος του δίσκου αλλά παράλληλα αισθάνεσαι ότι δε βρίσκονται τυχαία εδώ, μα υπάρχουν για να συμπληρώνουν ιδανικά το συνολικό αποτέλεσμα του άλμπουμ.

Το συγκεκριμένο άλμπουμ του κυρίου William Mark Wainwright (a.k.a William Orbit), πέρα από εξαιρετικό συνθετικά, είναι θαρρώ και το ιδανικό πρώτο άκουσμα για ένα ακροατή που δεν είναι τόσο εξοικειωμένος με τον ηλεκτρονικό ήχο. Το ενδεχόμενο να απογοητευτεί από τις σαρωτικές του μελωδίες είναι μάλλον απίθανο. Σίγουρα πρόκειται για ένα μουσικό δημιούργημα απαραίτητο σε κάθε δισκοθήκη και ιδανικό για Κυριακάτικο πρωινό χουζούρεμα…

Φωτογραφία: v_era

Το κείμενο πρωτοδημοσιεύτηκε στο stereoworld.gr το 2011 και κατόπιν στο soundgaze.gr 

Διαβάστε επίσης