Είναι αδιαμφισβήτητο ότι κάθε δίσκος έχει αξία, η οποία μπορεί να ποικίλλει για έναν ακροατή, λαμβάνοντας υπ’ όψη έκτος από το γούστο και τη «φάση» που αυτός μπορεί να βρίσκεται. Πόσο μάλλον όταν ο δίσκος έχει ιδιαιτερότητες, όπως για παράδειγμα αν είναι τόσο χαμηλών τόνων όσο ο The World Unseen των Mamiffer είναι μια τέτοια περίπτωση. Παράξενος, με πολλές ambient συνθέσεις και απαιτητικός για τον ακροατή. Του ζητά να είναι «εκεί» κατά την ακρόαση, για να μπορέσει να νιώσει και να αξιολογήσει όσα ακούει. Μόνο έτσι πιθανώς να καταφέρει να «ταξιδέψει» με αυτόν. Και το τονίζω το «πιθανώς».
Το ντουέτο των Mamiffer αποτελούν η Faith Coloccia και ο Aaron Turner, γνωστός μας φυσικά από τους καταπληκτικούς post-metalers Isis, αλλά προς Θεού μην περιμένετε να ακούσετε οτιδήποτε σχετικό εδω. Αποτελεί τον τέταρτο δίσκο της μπάντας και διαδέχεται τον Statu Nascendi (2014) και πάλι από την εταιρεία ιδιοκτησίας του ζεύγους -και στη ζωή- Coloccia και Turner, την Sige Records. Βέβαια το 2015 μεσολάβησε και η κυκλοφορία από τη συνεργασία των Mamiffer με τον Daniel Menche, το Crater. Γενικώς, πρόκειται για ένα ιδιαίτερα δραστήριο ντουέτο με συνεχείς παραγωγές δίσκων, μαζί ή χωριστά, καθώς και πολλές συνεργασίες.
Γαλήνιες ατμόσφαιρες και ονειρικά φωνητικά ακούμε στα τρία πρώτα κομμάτια, που φέρνουν στο νου διάφορες επιρροές, όπως Dead Can Dance, ίσως και Cranes. Κύριο χαρακτηριστικό είναι η ηρεμία και η dark ambient αίσθηση σε όλα τα κομμάτια, όμως παρ’ όλα αυτά, διαρκώς νιώθεις ότι κάτι λείπει. Αιθέρια φωνητικά τα συναντάμε στα περισσότερα κομμάτια, τα οποία όμως δυστυχώς, δεν κατορθώνουν να μπουν πότε «μέσα» σε αυτά. Λείπει, από όλο σχεδόν το δίσκο ένα ξέσπασμα, μια εναλλαγή ίσως, που θα του προσδώσει ενδιαφέρον. Όταν λείπουν αυτά στον ambient ήχο, απαιτείται έξτρα δόση έμπνευσης στη μελωδία και δυστυχώς σε γενικές γραμμές αυτή απουσιάζει.
Φτάνουμε αισίως στο καταπληκτικό Mara (όνομα με το οποίο η Faith κυκλοφόρησε πέρσι το ντεμπούτο LP της), μια λαμπρή εξαίρεση σε ένα μέτριο δίσκο. Μια όμορφη, ανατριχιαστική σύνθεση που εισάγεται με μια αυξανόμενης έντασης εξαίσια μελωδία πιάνου που σε συντροφεύει καθ’ ολη τη διάρκεια του κομματιού, με μικρές απλά αλλαγές στον τόνο. Τα ταιριαστά, στην περίπτωση αυτή, φωνητικά της Coloccia το κάνουν ακόμα πιο επικό, εθίζοντάς σε σε αυτό. Προσωπικά, επανέλαβα την ακρόαση του πολλές φορές καθώς ήταν φύσει αδύνατο να πράξω διαφορετικά.
Ακολουθεί το διάρκειας είκοσι επτά λεπτών noise/ambient κομμάτι Domestication of the Ewe που είναι χωρισμένο σε τρία μέρη. Στο πρώτο, το Domestication of the Ewe I (Est Ovum), έχεις την αίσθηση ότι βρίσκεσαι στο εσωτερικό ενός ηφαιστείου, με τη λάβα να κινείται αργά, βασανιστικά, κοχλάζοντας. Εκπέμπει μια ζοφερή ατμόσφαιρα από την οποία θες απεγνωσμένα να λυτρωθείς. Αποκτά λοιπόν αξία, από το γεγονός και μόνο ότι σου εμπνέει ένα κάποιο συναίσθημα. Πάντως, μουσική σύνθεση δύσκολα τη λες. Στο δεύτερο μέρος, το Domestication of the Ewe II (Höhle) υπάρχει μια διαρκής εναλλαγή από δύο νότες στο πιάνο, ενώ στο βάθος διάφοροι ήχοι (προερχόμενοι από πλήκτρα και βιολί) εμπλουτίζουν το ηχητικό υπόβαθρο. Μπορεί η ατμόσφαιρα να συνεχίζει να είναι μελαγχολική και κατηφής όμως η ύπαρξη του πιάνου «μαλακώνει» κάπως την προηγούμενη πυρακτωμένη κατάσταση. Στο τρίτο μέρος του εκτεταμένου αυτού κομματιού, το Domestication of the Ewe III (Divine Virus), προστίθενται φωνητικά που οδηγούν προς την έξοδο του αρχικά κατάμαυρου τούνελ που σε εισήγαγε το πρώτο μέρος της τριλογίας, δυστυχώς όμως με μάλλον αδιάφορο τρόπο.
Τελευταίο κομμάτι του δίσκου είναι το γαλήνιο Parthenogenesis, όπου και πάλι το πιάνο είναι αυτό που οδηγεί τη μελωδία, συνοδευόμενο από φωνητικά που ηχούν σα να ανήκουν σε κάποιο απόκοσμο όν, που όμως και πάλι μου μοιάζουν παράταιρα.
Ακούστε εδώ
Η συνολική εντύπωση που αφήνει το The World Unseen είναι πως πρόκειται για μια μετρίως ενδιαφέρουσα δουλειά και ως εκεί. Περιέχει μια καταπληκτική σύνθεση (Mara), όμως τα υπόλοιπα κομμάτια δεν περιέχουν στιγμές πρωτοτυπίας, ούτε έχουν την ικανότητα να χαραχθούν στο νου του ακροατή. Τα περισσότερα δίνουν την αίσθηση των άνευρων και ταυτόχρονα ανέμπνευστων συνθέσεων. Η αρχική πρόθεση των Mamiffer να σε καθηλώσουν και να αρπάξουν την προσοχή σου μέσω του dark-ambient και ενδεχομένως goth ήχου τους, δεν επιτυγχάνεται. Όχι στον επιθυμητό βαθμό τουλάχιστον.
Υ.Γ: Αν τύχει να ακούσετε το δίσκο και προηγουμένως έχετε διαβάσει εξαιρετικές κριτικές, μην απορήσετε για κάτι. Δε φταίτε εσείς, οι κριτικές φταίνε.
Y.Γ2.: Σκεπτόμενος ότι ο Aaron Turner ήταν ο νους των Isis, μιας πολύ δυναμικής και ιδιαίτερα αξιόλογης μπάντας και, συνδυάζοντας το με το γεγονός ότι τώρα είναι ζεύγος στη ζωή με το έτερο μέλος των Mamiffer, προβληματίστηκα. Το πρώτο που μου ήρθε στο μυαλό ήταν η περίπτωση φίλου που ως φαν του ποδοσφαίρου συνήθιζε να βλέπει αγώνες, μέχρι και γ’ κατηγορίας τοπικού. Αυτό όμως πριν το γάμο. Κατά τη μετά γάμο εποχή, στην καλύτερη των περιπτώσεων θα δει τελικό Champions League και αυτό, κατόπιν αδείας. Με άλλα λόγια, δε μπορώ να πιστέψω πώς οι συγκεκριμένες επιλογές απηχούν μουσικά τον Turner (άλλωστε συνυπογραφεί μόνο τους στίχους). Η μετάλλαξη είναι τρομακτική…
*2 τραγούδια που θα ομορφύνουν τη ζωή σας: Mara, Domestication of the Ewe II (Höhle)
4,5/10
Το κείμενο πρωτοδημοσιεύθηκε στο soundgaze.gr